Για την ταξική δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου

Κείμενο για την δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου που μοιράζεται σε 1500 αντίτυπα σε πλατείες, χώρους δουλειάς, στάσεις λεοφωρείων σε Τριανδρία, Τούμπα, Χαριλάου, Φάληρο, Ανάληψη, Μαρτίου.

“Οι Έλληνες δεν μισούν τις αδελφές τους gay,

τους πούστηδες και όπως τους αποκαλούν.

Ούτε μισούν τους κλέφτες και αυτούς που πίνουν ναρκωτικά.

Μισούν τους φτωχούς gay και τους φτωχούς κλέφτες ή εξαρτημένους”

Πάολα Ρεβενιώτη

 

Μεσημέρι 21ης Σεπτέμβρη, Ομόνοια, Αθήνα

Όλα κυλάν ομαλά στην αγορά της πρωτεύουσας, οι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων προσπαθούν να πλουτίσουν όπως κάθε άλλη μέρα από τον ιδρώτα των εργαζομένων τους, μπάτσοι και μαύρο κεφάλαιο συνεχίζουν χέρι-χέρι τη διακίνηση ναρκωτικών στις πλατείες των φτωχών, πεζές περιπολίες συλλαμβάνουν τους δεύτερους με μικροποσότητες αφού το προηγούμενο βράδυ συνέλαβαν τις τρανς που έκανα πιάτσα στα σκοτεινά στενά του κέντρου για να βγάλουν τα προς το ζην, μέχρι που κάποια στιγμή σε ένα στενό κοντά στην πλατεία Ομονοίας ακούγεται φασαρία. Από εκεί και πέρα τα γεγονότα λίγο πολύ γνωστά.

Εντοπίζεται άνθρωπος εγκλωβισμένος μέσα στο άδειο μαγαζί ενός κοσμηματοπώλη, ο ιδιοκτήτης με τους τριγύρω μαγαζάτορες υποθέτουν κατευθείαν ότι είναι κλέφτης και αναλαμβάνουν άμεσα δράση. Τον κλωτσούν μανιωδώς στο κεφάλι, ενώ αργότερα συμβάλει και η Ελληνική αστυνομία. Η φασαρία όμως δεν τελειώνει με το που μεταφέρεται το άψυχο σώμα του Ζακ Κωστόπουλου με ασθενοφόρο σε κάποιο νοσοκομείο, φορώντας μάλιστα χειροπέδες. Αντ’ αυτού και με το που αποκαλύπτεται η ταυτότητα του νεκρού, αμέσως εδραιώνεται και στοιχειοθετείται το έγκλημα που έχει διαπράξει. “Πρεζάκιας”, “πούστης”, “αδελφή”, “ληστής”, είναι τα επίθετα που προστίθενται στην μιντιακή δικογραφία (αλλά και σε αυτή των συντηρητικών social media) που τον θέλει να μπουκάρει με μαχαίρι να κλέψει τον “καημένο τον κοσμηματοπώλη” που αμύνθηκε.

Ανεξάρτητα απ’ την έκθεση των στοιχείων και των βίντεο, την τοξικολογική εξέταση που έδειχνε ότι ο Ζακ δεν είχε κάνει χρήση ναρκωτικών, το ότι τελικά δεν μπήκε για να κλέψει, και ανεξάρτητα απ’ τα ποια ήταν τα κίνητρα του ίδιου του Ζακ, ένα πράγμα γίνεται εμφανές μόνο και μόνο απ’ την βιαιότητα του περιστατικού: Το δικαίωμα στην προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας με κάθε κόστος. Της ατομικής ιδιοκτησίας ως ιερού δισκοπότηρου του καπιταλισμού, πάνω στην οποία χτίζεται η ευημερία της κοινωνίας. Αξία η οποία επιδέχεται μόνο μιας ερμηνείας: να προστατευθεί η περιουσία των εκμεταλλευτών μας γιατί αυτοί είναι η ραχοκοκαλιά της οικονομίας, γιατί αυτοί μας δίνουν να φάμε και ας είναι ψίχουλα. Επειδή σε κανέναν δεν θα λείψει ένα περιθωριακό-αντιπαραγωγικό στοιχείο σε αντίθεση με την περιουσία ενός “νοικοκυραίου” που συμβάλει στην οικονομική λειτουργία της κοινωνίας. Επειδή η ζωή όσων δεν χωράν στα πρότυπα των από τα πάνω, είναι μια ζωή με μηδενική αξία.

Ακριβώς πάνω σ’ αυτό στηρίχτηκαν και όλοι όσοι βγήκαν, άλλοι λιγότερο (μέσω των μέσων δικτύωσης) και άλλοι περισσότερο (πετώντας τρικάκια και φωνάζοντας ομοφοβικά συνθήματα στήριξης στον κοσμηματοπώλη) για να διατρανώσουν την δικαιοσύνη που αποδόθηκε από τον Ευάγγελο Δημόπουλο και τον Θάνο Χορταριά εκ μέρους ενός κομματιού της ελληνικής νομοταγούς κοινωνίας. Μιας μερίδας ουσιαστικά της κοινωνίας, η οποία εξέθρεψε ένα άλλο κοινωνικό κομμάτι, εκατοντάδες και χιλιάδες ανθρώπους που οδηγήθηκαν στο περιθώριο, επειδή δεν πληρούσαν τα ταξικά και έμφυλα πρότυπα της. Από τους δακτυλοδεικτούμενους ομοφυλόφιλους, μετανάστες, συνδικαλιστές σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, μέχρι τους τοξικομανείς που αντιμετωπίζονταν σαν υγειονομικές βόμβες και σαν απειλή για την ασφάλεια του “υγιούς” κοινωνικού συνόλου, η περίφημη ελληνική “μικρομεσαία” αστική τάξη έχει δημιουργήσει και εδραιώσει ένα πλέγμα αξιών που έχει ως κέντρο τον φόβο για τους “παρίες” που η ίδια δημιουργεί. Έναν φόβο που πηγάζει από ένστικτα βαθιά ριζωμένα στην ελληνική κοινωνία, η οποία αντιμετωπίζει ως απειλή οτιδήποτε ξένο.

Σε μια περίοδο που το σύνολο των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων παλεύει καθημερινά για την επιβίωση αλλά αδυνατεί να συγκροτηθεί και να οργανωθεί ταξικά και πολιτικά, βλέπουμε ότι τα στρατόπεδα ξεκαθαρίζουν από τις ίδιες τις συνθήκες. Ή τουλάχιστον γίνεται ξεκάθαρη η ύπαρξη ενός κομματιού συντηρητικού, αντιδραστικού και επικίνδυνου που είναι έτοιμο, πλάι στα μικρά και τα μεγάλα αφεντικά του κόσμου, να κανιβαλλίσει και να επιδοθεί σε πρακτικές που θα εξοντώσουν όλους αυτούς που ο καπιταλισμός και το σύστημα αξιών του τους έφερε στο περιθώριο.

Είτε αυτοί είναι τοξικομανείς, είτε γκέι, λεσβίες, τρανς, είτε είναι παραβατικοί, είτε μετανάστες, είτε άστεγοι, είτε ληστές, είτε εργαζόμενοι που διεκδικούν, είτε κάτοικοι που αντιδρούν σε επενδύσεις που θα αλλοιώσουν τη φυσιογνωμία της γειτονιάς ή του τόπου τους. Όλοι μας περιθωριοποιημένοι λόγω των συνθηκών που έχει δημιουργήσει η ίδια ταξική φύση της κοινωνίας, που θέλει τους από τα πάνω να εκμεταλλεύονται και να καρπώνονται όλο και περισσότερα, όσο η πλειοψηφία των από τα κάτω παλεύει για την επιβίωση.

Αλλά και όλοι μας κομμάτι του προλεταριάτου, που πρέπει άμεσα να τελειώνει με την εκμετάλλευση μια και καλή για να μπορέσουμε να ζήσουμε ζωές αξιοβίωτες, απελευθερωμένοι απ’ τα δεσμά του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, της κρατικής οργάνωσης, των πατριαρχικών προτύπων.

Τον Ζακ ή Ζάκι-Ο, ενεργό μέλος της LGBTQI κοινότητας δεν είχε τύχει να τον γνωρίσουμε. Όπως αντίστοιχα και το Φύσσα, τον Καναούτη, τον Γρηγορόπουλο, τον Λουκμάν, τους δεκάδες νεκρούς εργάτες στα “εργατικά ατυχήματα”, τους δεκάδες πνιγμένους μετανάστες, τις δεκάδες κυνηγημένες αδερφές και τρανς από τα φασισταριά, τους χτυπημένους σκουρόχρωμους εργάτες από ομάδες ναζί στον Ασπρόπυργο, τα προσφυγάκια που διώχνονται από τα σχολεία, τα πρεζάκια που χτυπιούνται από τους μπάτσους επειδή ήπιαν την πρέζα που οι μπάτσοι και οι μαφίες διακινούν.

Όλοι μας, άγνωστοι τις περισσότερες φορές, βράζουμε σε ένα κοινό καζάνι. Και δεν έχει καμία σημασία αν ήταν γνωστός ή άγνωστος ο “δικός μας ή η δικιά μας” που δολοφονήθηκε. Η θερμοκρασία στο καζάνι, ανεβαίνει με κάθε θάνατο, με την ένταση της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης που δεχόμαστε, λιώνει τις μεταξύ μας αποστάσεις και μας φέρνει πιο κοντά. Βράζουμε και λιώνουμε τις σάρκες μας από την ίδια φωτιά, μαθαίνουμε σιγά-σιγά ποιος είναι απέναντι μας, ποιος ευθύνεται και ποιος θα πληρώσει, προετοιμαζόμαστε και καρτερούμε. Το καπάκι πάνω από το καζάνι δε θα αντέξει για πολύ…

Η ΤΑΞΙΚΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΗΣ ZACKIEOH ΔΕ ΘΑ ΞΕΧΑΣΤΕΙ

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *