Κείμενο των Τζίφκα, Τσιλιανίδη, Δημτσιάδη από την ΓΑΔΘ
Σήμερα Κυριακή 25 Φεβρουαρίου, παρουσιαστήκαμε στην ΓΑΔΘ για να εκτελεστεί το νέο ένταλμα σύλληψης που μας αφορούσε, που όμως δεν αφορά κάποια καινούργια υπόθεση. Μία σειρά ποινών που αφορούσε διώξεις 7ετίας (εμπρησμός οχήματος ΔΕΗ, κατοχή όπλων και πλαστογραφία) συγχωνεύτηκαν σε συνολική ποινή περίπου 4,5 χρόνων. Πλέον καλούμαστε για άλλη μια φορά να φυλακιστούμε και να αποφυλακιστούμε εκ νέου για αυτο το ντομινο διωξεων που με στοχο την διογκωση των ποινών έσπασε μία ενιαία υπόθεση σε τρεις διαφορετικές.
Κι αν λοιπόν, οι σχεδιασμοί της αστυνομίας για βαριές καταδίκες με βάση τις διατάξεις του τρομονόμου, για σύσταση ανώνυμης τρομοκρατικής οργάνωσης και εμπόριο όπλων μεταξύ μας, δεν τελεσφόρησαν στα δικαστήρια που ακολούθησαν, αυτό που επετεύχθη εν τέλει ήταν, ο χρόνος κράτησής μας να προσμετράται μόνο για μία εκ των δύο υποθέσεων για τις οποίες βρισκόμασταν ταυτόχρονα προφυλακισμένοι, και πέρα απ’ αυτό να μην υπάρχει δυνατότητα αναστολής για καμία εκ των τριών υποθέσεων (μιας και κάθε επιμέρους καταδίκη, αναιρούσε – εν ολίγοις – την δυνατότητα αναστολής για τις υπόλοιπες).
Με τον τρόπο, λοιπόν, που η δικαιοσύνη διαμόρφωσε στην προκειμένη τις διώξεις μας, καθηστούσε μονόδρομο την συγχώνευση των ποινών μας σε μία συνολική, έτσι ώστε τόσο ο χρόνος έκτησης μας όσο και τα μεροκάματά μας να προσμετρηθούν σε αυτή. Βέβαια, η αθώωση ενός εκ των τριών (Μπάμπη Τσιλιανίδη) για την υπόθεση ληστείας στο ΑΧΕΠΑ, για την οποία αρχικά βρέθηκε καταδικασμένος με μοναδικό στοιχείο ένα δείγμα DNA, έρχεται να συμπληρώσει τον δικαστικό παραλογισμό μιας και το διάστημα κατά το οποίο βρέθηκε κρατούμενος για την συγκεκριμένη υπόθεση, δεν μπορεί πλέον να προσμετρηθεί ως χρόνος έκτισης, λόγω αθώωσης (!!)
Περισσότερο από εφτά χρόνια αργότερα, λοιπόν, ερχόμαστε να αντιμετωπίσουμε την λογική της αστικής δικαιοσύνης που πέρα από την εφιαλτικά καφκική γραφειοκρατία η οποία θέλει κάποιον μονίμως “μπλεγμένο”, επιβάλει ένα δίλημμα που αποτυπώνει την ουσία της σωφρονιστικής αντίληψης: ή θα σωφρονιστείς ως έγκλειστος, ή θα πληρώσεις αντί του εγκλεισμού σου.
Η σημασία, για εμάς, της άρνησης καταβολής του ποσού για την εξαγόρα της ποινής μας δεν περιορίζεται στην ελάχιστη απο μέρους μας αντιπαράθεση με τις στοχεύσεις της οικονομικής αφαίμαξης και κατ’ επέκταση αδρανοποίησης των κινηματικών διαδικασιών. Μιας και δεν είναι η πρώτη φορά που ως αγωνιζόμενοι ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα τέτοιο δίλημμα και φυσικά δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τις πραγματικές στοχεύσεις των κυριάρχων στις περιπτώσεις που θέτουν ως διακύβευμα την (σε άλλες περιπτώσεις) πιθανότητα μακροχρόνιων κρατήσεων αναρχικών και αγωνιστών προκειμένου να αποσπάσουν υπέρογκες εγγυήσεις, εξαγορές και δικαστικά έξοδα.
Το να μην καταβάλουμε, στην συγκεκριμένη περίπτωση, ένα τέτοιο ποσό για να εξαγοράσουμε το υπόλοιπο της ποινής μας (της τάξης των 11 ευρώ ανά ημέρα, άρα συνολικά περισσότερο από 15.000 ευρώ), πέρα από την προφανή αδυναμία, είναι και μία ευκαιρία να αναδειχθεί, η θαμένη στην αφάνεια των φυλακών, πραγματικότητα των εκατοντάδων κρατουμένων που παραμένουν για χρόνια έγκλειστοι λόγω ακριβώς αυτής τους της αδυναμίας. Άλλωστε η δικαιοσύνη, ως ένας θεσμός που έρχεται να υπερασπιστεί ένα σύστημα ανισοτήτων, είναι αναμενόμενο να θέτει ως κριτήριο την ταξική θέση προκειμένου να ξεκαθαρίζει το για ποιους προορίζεται ο εγκλεισμός (μικροπαραβατικοί, μετανάστες, φτωχοδιάβολοι) και για ποιους προορίζεται η κοινωνική ανέληξη, ακόμη και μετά απο κάποια διαλείμματα ατυχών διώξεων (επιχειρηματίες μεγαλοαπαταιώνες, αφεντικά, ανθρώπους της “πολιτικής ζωής” κ.ο.κ.). Άλλωστε, ένας θεσμός που έρχεται να συντηρήσει ένα σύστημα που επιδιώκει επεκτατικά την κερδοφορία των κυριάρχων δεν θα μπορούσε να μην αναζητά τις μεθόδους αποκόμησης κέρδους ακόμη και στην τελευταία πτυχή του κοινωνικού μοντέλου οργάνωσης.
Ταυτόχρονα, και πέρα από αυτό, η υπόθεση του εγκλεισμού μας για μερικές μέρες στην φυλακή, σήμερα, μας φέρνει αντιμέτωπους με μία πραγματικότητα την οποία έρχονται να αντιμετωπίσουν χιλιάδες κρατούμενοι, κι αυτή δεν είναι άλλη από την γραφειοκρατική ομηρία, η οποία είτε για λόγους εκδικητικής είτε αθέμιτης κωλυσιεργίας έχει ως αποτέλεσμα την παράταση της κράτησης πέρα από τα όρια που προβλέπουν την αποφυλάκιση (ακόμη και για ένα ολόκληρο μήνα), μέχρις ώτου να κινηθούν οι δικαστικές διαδικασίες που θα οδηγήσουν σε αυτή.
Οι φυλακές, όμως, δεν σώζουν τα αφεντικά
Αντί επιλόγου για μία δικαστική υπόθεση που λογικά τελειώνει, επιλέγουμε να επαναφέρουμε στη μνήμη όσα γράφαμε λίγο πριν την δίκη μας τον Νοέμβρη του 2012. Όχι γιατί έχουμε με κάποιον τρόπο κολλήσει στο παρελθόν μας, όχι γιατί έχουμε μείνει ίδιοι στο πέρασμα των χρόνων. Αλλά γιατί έχει σημασία για εμάς να αναδείξουμε πως σε αντίθεση με τις δικαστικές ομηρίες που έχουν ημερομηνία λήξης, 7 και πλέον χρόνια μετά από την αρχή αυτής της ιστορίας, υπάρχει και κάτι που μπορεί να αλλάζει αιχμές ή προτεραιότητες, που μπορεί να προσαρμόζεται σε νέες συνθήκες ή να μορφοποιείται, αλλά που δεν μπορεί να τελειώσει. Το ίδιο όνειρο για το οποίο μιλούσαμε στα 21 και στα 23 μας, μας στοιχειώνει ακόμη τα μυαλά όταν είμαστε ξύπνιοι:
“Το όνειρο της αναρχικής επανάστασης και της απελευθέρωσης των κοινοτήτων μας, κατεβαίνει από τον κόσμο των ιδεών και πραγματώνεται, παίρνει σάρκα και υπόσταση, γίνεται πραγματικά επικίνδυνο, κάθε φορά που εμείς οι ίδιοι, λίγοι ή πολλές, αγωνιζόμαστε για αυτό, ρισκάρουμε και ματώνουμε, τα παίζουμε όλα για όλα και χάνουμε, και ξαναρχίζουμε αμετανόητα, και το μεταδίδουμε, και το μορφοποιούμε, και το εξωτερικεύουμε από μέσα μας, και το εφαρμόζουμε στις ήδη υπάρχουσες σχέσεις που οικοδομούμε, και το κρατάμε ζωντανό στις πιο δύσκολες εποχές, και το διαχέουμε στις πιο εύφορες.
Το όνειρο αυτό μας έχει μάθει να λειτουργούμε με καυτό πάθος αλλά και με ψυχρή λογική, μας έχει διδάξει να είμαστε υπομονετικοί όποτε χρειάζεται, να μην απογοητευόμαστε και να βλέπουμε την κοινωνική ζωή ως ποτάμι που ρέει συνεχώς και δεν είναι κάτι το στατικό, και μας έχει δείξει την μέθοδο για να το εκτρέπουμε, και μας ολοκληρώνει ως άτομα, και μας ξαναμαθαίνει να συνυπάρχουμε συλλογικά, και μας διδάσκει να αμφισβητούμε τα πάντα και να αναθεωρούμε συνεχώς χωρίς φόβο, και μας ακονίζει την κριτική σκέψη, και το ακονίζουμε στις κοινωνικές συνθήκες που ζούμε.
Και για πάρτη του, μέσα στο πέρασμα των αιώνων, τόσοι και τόσες έχουν βγάλει δεκαετίες φυλακής, έχουν σκοτωθεί, έχουν μείνει απελπιστικά μόνοι, έχουν χάσει τους ανθρώπους τους και τα πιο απλά πράγματα που κάποιος/α μπορεί να έχει ανάγκη.
Και εμείς με τη σειρά μας με βία το υπερασπιζόμαστε, και απέναντι στην υλική βία που μας περιορίζει, μας εγκλείει, μας διατηρεί σκλαβωμένους, μόνο με υλική βία μπορούμε να το διεκδικήσουμε ως την πιο ελπιδοφόρα πιθανότητα εξέλιξης της ζωής στο παρόν και το μέλλον.
Γιατί τα όπλα, τα σπασίματα, οι οργανώσεις, τα ονόματα, οι πολυσέλιδες προκηρύξεις ή τα κείμενα φυλακισμένων σαν κι αυτό, οι αφίσες με τα αλφάδια, δεν είναι μονάχα εργαλεία πολέμου απέναντι στ’ αφεντικά αλλά και εργαλεία επικοινωνίας, σφυρηλατημένα με το σφυρί της διαλεκτικής πάνω στο αμόνι του αρνητικού, που μεταδίδουν το μήνυμα της διαρκούς κήρυξης του απελευθερωτικού αγώνα, που προσπαθούν να υπενθυμίσουν σε άλλους ανθρώπους, όχι μόνο το αν και πόσο ζούμε υποδουλωμένοι με την ίδια τη συγκατάθεση μας, αλλά και το ότι η πιθανότητα της απελευθέρωσης και χειραφέτησης του καθενός και της καθεμιάς, υπάρχει.
Υπάρχει στο εδώ και στο τώρα, σπάζοντας, όπως μια βαριοπούλα θρυμματίζει τη τζαμαρία μιας τράπεζας, την ιδιώτευση, την απομόνωση, τη λογική του κέρδους, την εξουσιαστικότητα, την εθελοδουλία, αρκεί να δράσουμε ακούραστα και να συναντηθούμε πάνω σε μια τέτοια προοπτική. Ως το τέλος, ως τη νίκη, αύριο και παντού.
Και αν κάτι καταφέραμε να κάνουμε χρησιμοποιώντας τη φωτιά και το μελάνι, και αν κάτι θέλουμε να κάνουμε με τις μικρές μας δυνάμεις και τα χίλια λάθη που έγιναν και θα γίνουν σ’ αυτή την πορεία που ομόρφυνε τις ζωές μας, είναι να κρατήσουμε το όνειρο αυτό ζωντανό και το μεγάλο μας στοίχημα επίκαιρο για να ποντάρουμε εμείς και άλλοι, σήμερα και αύριο, ξανά και ξανά.”
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΡΑΤΗ ΚΑΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ
ΝΑ ΑΓΩΝΙΣΤΟΥΜΕ ΜΕ ΚΑΘΕ ΜΕΣΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ
Τζίφκας Σωκράτης, Δημτσιάδης Δημήτρης, Τσιλιανίδης Μπάμπης