Με αφορμή τις προφυλακίσεις συγγενών

70 περίπου χρόνια μετά την «κατοχή» και τον εμφύλιο…

Ένας πόλεμος μικρότερης έντασης αλλά μεγαλύτερης διάρκειας και ευτυχώς χωρίς εθνική επικάλυψη αυτή τη φορά, λαμβάνει χώρα σ’ αυτόν τον τόπο, όπως και σε όλους τους τόπους όπου οι ανθρώπινες σχέσεις δομούνται γύρω από τις λέξεις και τα νοήματα της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης, της εξουσίας, του ρατσισμού, του σεξισμού, της καταστροφής του περιβάλλοντος. Εδώ όπως και παντού η ιεραρχική, ταξική, μαζική δόμηση της κοινωνίας γεννά αντιθέσεις και δυσλειτουργίες για το σύστημα που την αναπαράγει, γεννά όνειρα και αγώνες για αυτούς που αρνούνται να ζήσουν σκυφτοί και παθητικοί δέκτες μιας τερατώδους βίας απέναντι στους ανθρώπους και στις κοινότητες τους, για αυτούς που αρνούνται να πεθάνουν αφοπλισμένοι απέναντι της.

Η βία των σχολείων, η βία της μισθωτής εργασίας, η βία της αστυνομίας στους δρόμους, η βία του συνεχούς ελέγχου, η βία της αποξένωσης της τηλεόρασης, του facebook, κάθε μορφής διαμεσολαβημένης επικοινωνίας, η βία των φυλακών και των ψυχιατρείων, η βία των στρατοπέδων συγκέντρωσης, η βία απέναντι στους στιγματισμένους κάθε είδους, η βία στα “πρεζάκια”, στους “πούστηδες”, στους “τρελούς”, η βία των εμπορευμάτων απέναντι στις ανθρώπινες ανάγκες και επιθυμίες, η βία της φτώχιας, η βία του καπιταλισμού και του κράτους δεν αντιμετωπίζεται με λουλούδια.

Τα τουφέκια αλλάζουν χέρια, και τα μυαλά θεωρίες για να κατανοήσουν και να ερμηνεύσουν την κάθε εποχή και τις συγκρούσεις που είναι αναγκαίες για το ξεπέρασμα της, αλλά οι ομοιότητες και οι αναλογίες μπορούν να γίνουν εύκολα αντιληπτές.

70 χρόνια πριν λοιπόν στη Θεσσαλονίκη…

“Ο Κωνσταντίνος Κυλινδρέας ήταν Έλληνας συνεργάτης των Γερμανών στη διάρκεια της κατοχής. Το διάστημα 1941-1943 κέρδισε μεγάλα ποσά ως πληροφοριοδότης της Μυστικής Αστυνομίας Στρατού και της Αστυνομίας Ασφαλείας-Υπηρεσίας Ασφαλείας. Το 1944, αφού πέρασε από το ένοπλο τμήμα του Αντωνίου Βήχου και τον Εθνικό Ελληνικό Στρατό (ΕΕΣ) του Κυριάκου Παπαδόπουλου (Κισά Μπατζάκ, του ανατέθηκε η διοίκηση ενός παραρτήματος ασφαλείας (που αποτελούνταν από περίπου 10 άνδρες και στεγάζονταν στο ξενοδοχείο Νέα Ορεστιάς στο Βαρδάρη) και έτσι ήρθε σε επαφή με Γερμανούς αξιωματικούς μεταξύ των οποίων και με τον διαβόητο ανακριτή-βασανιστή επιλοχία Μαξ Κέρβελ (Max Kerwell).

Το καλοκαίρι του 1944 ο Κυλινδρέας συνέβαλε στη σύλληψη 30-40 συγγενών ανταρτών του ΕΛΑΣ στη Θεσσαλονίκη αφού έπεσε στα χέρια του ένας ταχυδρομικός σάκος με επιστολές των ανταρτών προς τις οικογένειες τους τον οποίο παρέδωσε στις γερμανικές αρχές. Οι συλληφθέντες καταδικάστηκαν σε πολύμηνες φυλακίσεις ενώ ορισμένοι στάλθηκαν για καταναγκαστικά έργα στη Γερμανία.

Στη σύλληψη του, ο Κυλινδρέας δήλωσε στην έκθεση εξέτασης κατηγορούμενου (με ημερομηνία 27 Μαΐου του 1945) ότι «ως διοικητής του παραρτήματος [ασφαλείας] ανέλαβον την δίωξιν των κλεπτών, εκβιαστών, διαρρηκτών τόσον εις βάρος της περιουσίας των Ελλήνων, όσον και εις βάρος της περιουσίας των Γερμανών και την δίωξιν του κομμουνισμού».”

Ενώ στην Κρήτη…

“Μετά τις μάχες στο Γράμμο, τα περισσότερα στελέχη του Δημοκρατικού Στρατού προσπαθούσαν να αποφύγουν τη σύλληψη, διαφεύγοντας σε γειτονικές χώρες. Για τους Κρητικούς αντάρτες Σπύρο Μπλαζάκη που τότε ήταν 21 ετών και τον 25χρονο Γιώργο Τζομπανάκη, η φυγή στο εξωτερικό ήταν σχεδόν αδύνατη.

Έτσι, αποφάσισαν να κρυφτούν σε απόμερα σημεία του νησιού, έχοντας ως μόνα εφόδια τους στρατιωτικούς σάκους τους, που περιείχαν ελάχιστα ρούχα, αδιάβροχα και κουβέρτες. Οι δύο νέοι που αρνούνταν να υπογράψουν δήλωση μετάνοιας, ζούσαν σαν αγρίμια μακριά από συγγενείς, φίλους και γνωστούς, με την ελπίδα ότι θα έπαιρναν αμνηστία.

Οι κρυψώνες που χρησιμοποιούσαν συχνά ήταν οι σπηλιές στα βουνά και στις θάλασσες. Εκτός από τη φτωχόσουπα, έτρωγαν σαύρες, σκορπιούς, ρίζες ή ακόμη και φώκιες. Δεν ήταν λίγες οι φορές πάντως που οι κρητικοί στα χωριά, άνοιγαν τα σπίτια τους για να δεχτούν τους κυνηγημένους, να τους κρύψουν, να τους ταΐσουν και να τους βοηθήσουν.

Πολλά υπέστησαν όσοι από τους κατοίκους των χωριών έδιναν βοήθεια στους δύο αντάρτες. Διωγμούς, φυλακίσεις, ψυχολογική πίεση. Ανάμεσα σε αυτούς η Κατίνα Βογιατζάκη και η Αργυρώ Αναστασάκη. Και οι δύο πρώτες ξαδέρφες του Τζομπανάκη, σε προχωρημένη ηλικία , έμειναν περίπου ένα χρόνο φυλακή, γιατί βοήθησαν με διάφορους τρόπους τους αντάρτες. Αν και επικηρυγμένοι για 150.000 δραχμές, σημαντικό ποσό για την μετεμφυλιακή Ελλάδα, αν και πολλοί γνώριζαν το που βρίσκονται, κανείς Κρητικός δεν πρόδωσε.

Ένας συγχωριανός του Τζομπανάκη θα αφηγηθεί στον απεσταλμένο της εφημερίδας «Τα Νέα», Γιώργο Καραλή, ότι είχαν για συνθηματικό τους ένα βήξιμο: «Είκοσι χρόνια του φύλαγα, είχαμε για σύνθημα ένα βήξιμο. Έμπαιναν στο σπίτι μου βράδυ, μιά δυό φορές την εβδομάδα, για να πάρουν τρόφιμα. Αυτό βάστηξε 20 ολόκληρα χρόνια, μέχρι που το 1972, αρρώστησα και δεν μπορούσα να κάνω αυτή τη δουλειά».”

Οι ομοιότητες παραπάνω από προφανείς

Αντάρτες τότε αλλά και τώρα που επικοινωνούν με τους αγαπημένους τους, μηνύματα που δε βρήκαν τον παραλήπτη που έπρεπε ή που βρήκαν έναν παραλήπτη που δεν έπρεπε, συγγενικά πρόσωπα αγωνιστών που κρύβουν διωκόμενους και την πληρώνουν πιο πολύ κι από τους ίδιους τους αγωνιστές. Με διαφορετικά πρόσωπα στις δύο περιπτώσεις, διαφορετικές αντιλήψεις και επιλογές (μπορεί μακρινές για εμάς -αλλά αυτό καμία σημασία δεν έχει -), αλλά με ένα κοινό συναίσθημα να μας πλημμυρίζει.

Η μητέρα των αδελφών Χρήστου και Γεράσιμου Τσάκαλου (μελών της οργάνωσης Συνωμοσία των πυρήνων της φωτιάς) καθώς και η σύντροφος του δεύτερου προφυλακίζονται γιατί στο σπίτι της πρώτης βρίσκεται η καταζητούμενη αναρχική Αγγελική Σπυροπούλου, ενώ διώξεις ξεκινούν στο ευρύτερο συγγενικό και φιλικό περιβάλλον των μελών της οργάνωσης.

Δε θα κάνουμε νομικές αναλύσεις, δεν μας ενδιέφεραν ποτέ, δεν μας ενδιαφέρουν και τώρα. Θα εστιάσουμε όμως στο πώς ο νόμος, αυτή η αποτύπωση της τερατώδους βίας που προαναφέραμε, δεν εκδικείται μόνο αυτούς που τον παραβαίνουν για να τον καταστρέψουν.

Καταλαβαίνουμε πως δεν είναι τελικά μόνο οι επιθετικές πράξεις που τρομάζουν τη μηχανή. Είναι οι ίδιες οι κοινωνικές σχέσεις που δομούνται αψηφώντας τον, αυτές που τον τρομάζουν. Είναι το ότι ένας άνθρωπος συνεχίζει αυτό που ήταν παράδοση για δεκαετίες στον ελλαδικό χώρο. Το να κρύβει τον διωκόμενο, να κρύβει τον αντάρτη, να κρύβει τον παράνομο, όπως κι αν ονομάζονταν σε κάθε περίοδο ο αγωνιστής που τολμούσε να σταθεί απέναντι σε μια μηχανή καταστολής.

Αυτό ήταν που έσπασε η περίφημη εθνική συμφιλίωση μετά τη χούντα, αυτό ήταν που έσπασε το ιδεολόγημα του μικροαστισμού και η ρητορεία του φόβου τα τελευταία 40 χρόνια.

40 χρόνια δημοκρατίας έφεραν τη λήθη. Το να ξεχνάς να είσαι άνθρωπος με το α κεφαλαίο.

Αλλά δεν ξέχασαν όλοι.

Ένας τέτοιος Άνθρωπος, η Αθηνά Τσάκαλου δε ξέχασε και αρνήθηκε να κλείσει την πόρτα σε μια καταζητούμενη αναρχική, και μέσα από τη προφυλάκιση της, μας θυμίζει όλους και όλες, το ότι χρειάζεται ψυχή βαθιά, όχι μόνο για να επαναστατήσουμε, αλλά ακόμα και για το πιο στοιχειώδες:

Να μη ξεχάσουμε τους ανθρώπους μας αλλά κύρια το ανθρώπινο μέσα μας, να αντιτάξουμε στο βαρύ κόστος -όποιο κι αν είναι αυτό- την ευτυχία του να στέκεσαι με αλληλεγγύη στις δύσκολες στιγμές.

Από τις 2/3 τα μέλη της Συνωμοσίας των πυρήνων της φωτιάς και η αναρχική Αγγελική Σπυροπούλου βρίσκονται σε απεργία πείνας, βάζοντας με τη σειρά τους τις σχέσεις τους πάνω από τη ζωή τους και διεκδικώντας την απαλλαγή των συγγενικών-φιλικών τους προσώπων από το κατηγορητήριο που βαραίνει τους ίδιους και την απελευθέρωση των προφυλακισμένων μελών των οικογενειών τους.

Αυτός ο αγώνας δεν είναι απλά ένας αγώνας ενάντια στην καταστολή.

Είναι κι αυτός κομμάτι του αγώνα της μνήμης, της συλλογικής -από τα κάτω- μνήμης ενάντια στην επιβαλλόμενη λήθη, είναι κι αυτός κομμάτι του αγώνα του ανθρώπου για να παραμείνει άνθρωπος, κομμάτι του αγώνα του ανθρώπου για να ξαναγίνει ελεύθερος. Ως τέτοιον τον αναγνωρίζουμε, ως τέτοιον τον υπερασπιζόμαστε….

ΠΑΥΣΗ ΚΑΘΕ ΔΙΩΞΗΣ ΣΕ ΣΥΓΓΕΝΙΚΑ ΚΑΙ ΦΙΛΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΣΠΦ

ΑΜΕΣΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ

ΥΓ. “Το κράτος έχει συνέχεια” δήλωσαν με ειλικρίνεια από την πρώτη μέρα της διακυβέρνησης τους απευθυνόμενοι στην αστυνομική ηγεσία, πρωτοκλασάτα στελέχη της νέας κυβέρνησης. Λίγο καιρό μετά μια σειρά από γεγονότα αποδεικνύουν πως η προφυλάκιση της Αθηνάς Τσάκαλου, της συντρόφισσας του Γεράσιμου Τσάκαλου και οι διώξεις σε συγγενείς και φίλους των μελών της ΣΠΦ, δεν ήταν μια ατυχής στιγμή αλλά ένας κάνονας, ένας κανόνας ενός κράτους που έχει συνέχεια. Το κατασταλτικό δόγμα είτε εφαρμόζεται από τα δεξιά, είτε από τα “αριστερά”, ξετυλίγεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, εξυπηρετώντας τα ίδια ακριβώς συμφέροντα, τα συμφέροντα των αφεντικών. Τις τελευταίες μέρες τη σκυτάλη της καταστολής παίρνουν οι εισβολές και έρευνες σε σπίτια αγωνιστών, που, ω, τι σύμπτωση προσομοιάζουν και αυτές με τις αντίστοιχες περσινές. Τότε πρόσχημα ήταν ο εντοπισμός του Ξηρού, τώρα διαρρέεται ότι είναι η αναζήτηση της συντρόφισσας Πόλας Ρούπα. Και τις δυο φορές ανώνυμα τηλεφωνήματα για όπλα και εκρηκτικά -που ποτέ δε βρίσκονται- (το νέο ευφυές κόλπο της αντιτρομοκρατικής) αρκούν για να να στείλουν ένα μήνυμα σε όσους αγωνίζονται. Αυτά για όσους, γνωστούς και αγνώστους, είχαν αυταπάτες για το τι μπορεί να κάνει μια αριστερή κυβέρνηση σε καιρούς κράτους έκτακτης ανάγκης. Εμείς κρατάμε τη σιγουριά για το τι μπορούν να κάνουν οι καταπιεσμένοι όταν πεισμώνουν, όταν ενώνονται, όταν αγωνίζονται…

ΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ-ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΕΜΕΙΣ ΕΧΟΥΜΕ ΤΗ ΔΥΝΑΜΗ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *